Με κάθε νέα διάσκεψη για το κλίμα, τα ίδια ερωτήματα κάνουν ξανά και ξανά τον κύκλο τους: πόσες φορές θα μαζευτούν οι «ισχυροί» του κόσμου γύρω από μεγάλα τραπέζια, πόσες διαβουλεύσεις θα γίνουν σε κλειστά δωμάτια και πόσες επιτροπές θα καταλήξουν σε “πρωτοποριακές” δεσμεύσεις πριν δούμε πραγματική δράση; Φαίνεται πως η κλιματική κρίση έχει γίνει άλλο ένα θέατρο συναντήσεων, υποσχέσεων και κενών δεσμεύσεων που μεταφράζονται σε εντυπωσιακές ανακοινώσεις, αλλά πολύ λίγες συγκεκριμένες πράξεις.
Οι διασκέψεις ως θέαμα
Κάθε χρόνο, η «σωτηρία του πλανήτη» παρουσιάζεται ως θέμα κορυφαίας προτεραιότητας, με συνέδρια και διασκέψεις να μεταδίδονται σε ζωντανή σύνδεση, να καλύπτονται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και να προκαλούν ποικίλες αντιδράσεις. Οι ηγέτες πηγαίνουν σε αυτές τις συναντήσεις συχνά χρησιμοποιώντας ιδιωτικά αεροπλάνα και συνοδευόμενοι από στρατούς συμβούλων και δημοσίων σχέσεων, που σκοπό έχουν να προβάλουν το «ενδιαφέρον» τους για το περιβάλλον.
Η κάθε διάσκεψη, από το Παρίσι έως το Κιότο, έχει καταλήξει σε ένα εντυπωσιακό σύμφωνο, μια δέσμευση με ωραία διατυπωμένα λόγια που αποτυγχάνει να εφαρμοστεί στην πράξη. Στην πραγματικότητα, οι ίδιοι που υπογράφουν είναι οι ίδιοι που καθυστερούν, υπονομεύουν και παραβιάζουν τις συμφωνίες με το αθώο πρόσχημα της “προσαρμογής στις οικονομικές ανάγκες”.
Η παγκόσμια υποκρισία
Ολόκληρο το φιάσκο των διασκέψεων μοιάζει περισσότερο με ένα τσίρκο, παρά με μια σοβαρή προσπάθεια αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται είτε είναι υπερβολικά αόριστες, είτε αφορούν ορίζοντες 10 και 20 ετών, σα να υπάρχει άπειρος χρόνος. Το απογοητευτικό είναι πως οι καθυστερήσεις και οι συμβιβασμοί δεν έχουν πραγματική αιτιολόγηση. Τα πραγματικά προβλήματα είναι μπροστά μας, και οι λύσεις, τα «αυτονόητα», είναι εδώ και χρόνια γνωστά, από την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα έως την προστασία των δασών.
Όλοι γνωρίζουν πως χρειαζόμαστε άμεσα αποτελέσματα, και όμως οι ίδιοι οι υπογράφοντες αυτές τις δεσμεύσεις είναι αυτοί που μιλούν για «σταδιακή προσαρμογή». Λες και οι πλημμύρες, οι πυρκαγιές και οι φυσικές καταστροφές που πληθαίνουν θα σταματήσουν να μας χτυπούν την πόρτα επειδή οι ηγέτες αποφασίζουν να “δράσουν” από το 2040 και μετά.
Ποιος θα αναλάβει δράση;
Το τραγικό είναι ότι οι λύσεις δεν λείπουν, ούτε τα επιστημονικά δεδομένα. Αυτό που λείπει είναι η βούληση να τεθούν οι σωστές προτεραιότητες. Οι διασκέψεις έχουν μετατραπεί σε ένα θέαμα «ανησυχίας» που θυμίζει φτηνή πολιτική προπαγάνδα. Την ώρα που χιλιάδες νέοι διαδηλώνουν, που τοπικές κοινότητες βλέπουν τον τόπο τους να καταστρέφεται και που οικοσυστήματα καταρρέουν, οι υπεύθυνοι αρκούνται να μιλούν για «μεταρρυθμίσεις» και «πράσινη ανάπτυξη» χωρίς κανένα πραγματικό αντίκτυπο.
Όταν οι υποσχέσεις δεν αρκούν
Όσες διασκέψεις κι αν γίνουν, όσες υποσχέσεις κι αν ανακοινωθούν, δεν θα αλλάξει τίποτα αν αυτές οι δεσμεύσεις μείνουν κενές. Οι δράσεις που αναβάλλονται αδικαιολόγητα, οι στόχοι που διαρκώς τοποθετούνται όλο και πιο μακριά στον χρόνο, δείχνουν την απουσία ουσιαστικής πρόθεσης. Ο πλανήτης δεν μπορεί να περιμένει άλλο, ούτε και οι άνθρωποι που ήδη υποφέρουν από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Η ώρα των πράξεων
Ας το θέσουμε απλά: Δεν χρειάζονται άλλες διασκέψεις, άλλες άσκοπες δεσμεύσεις και άλλες καθυστερήσεις. Οι λύσεις είναι γνωστές, οι επιστήμονες έχουν μιλήσει, τα δεδομένα είναι αδιάψευστα. Αυτό που λείπει είναι η πραγματική δέσμευση για αλλαγή. Οι κυβερνήσεις δεν πρέπει να συμμετέχουν σε αυτές τις συγκεντρώσεις για τις κάμερες ή για να εντυπωσιάσουν το κοινό, αλλά για να εφαρμόσουν συγκεκριμένα μέτρα, σήμερα. Χρειάζεται πολιτική τόλμη και θάρρος, όχι άλλες υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα.
Στην τελική, ας αναρωτηθούμε όλοι: θα αρκέσει μία ακόμη διάσκεψη, ή μήπως οι «ισχυροί» του κόσμου απλώς ελπίζουν ότι ο πλανήτης θα σωθεί από μόνος του;
