Μια ανατριχιαστική πραγματικότητα αποκαλύπτεται για ακόμα μία χρονιά στην Ελλάδα: μέσα σε μόλις δέκα μήνες το 2024, καταγράφηκαν 11 γυναικοκτονίες, γεγονός που προκαλεί αποτροπιασμό και σοκ στην κοινωνία. Οι αριθμοί αυτοί δεν αποτυπώνουν απλώς ένα στατιστικό στοιχείο. Κάθε γυναικοκτονία αντιπροσωπεύει μια χαμένη ζωή, μια ανοιχτή πληγή για οικογένειες και μια αποτυχία για το κοινωνικό σύνολο. Πού ακριβώς πάει λάθος στη χώρα μας και πώς γίνεται να βρισκόμαστε ξανά και ξανά αντιμέτωποι με την ίδια θλιβερή πραγματικότητα;
1. Έλλειψη παιδείας και κατανόησης των έμφυλων διακρίσεων
Ένα από τα πιο βαθιά αίτια του προβλήματος βρίσκεται στην παιδεία και την έλλειψη κατανόησης της έμφυλης βίας. Από πολύ μικρή ηλικία, τα παιδιά μεγαλώνουν με στερεότυπα που αναπαράγουν την κυριαρχία και την υποταγή, τη βία και την ατιμωρησία. Οι σχέσεις των φύλων εξακολουθούν να παρουσιάζονται μέσα από ρόλους που συντηρούν την ανισότητα, την κυριαρχία και τον έλεγχο. Εάν στα σχολεία γινόταν ουσιαστική δουλειά για να καταπολεμηθούν αυτές οι ανισότητες, τότε η αντίληψη της βίας ως αποδεκτής συμπεριφοράς θα είχε μειωθεί.
2. Νομική και δικαστική αναλγησία
Η νομική προστασία των θυμάτων έμφυλης βίας στη χώρα μας παραμένει ανεπαρκής, ενώ οι γυναικοκτονίες πολλές φορές δεν αντιμετωπίζονται ως έγκλημα με έμφυλα κίνητρα. Οι νόμοι μπορεί να υπάρχουν, αλλά η εφαρμογή τους είναι το πρόβλημα. Στα δικαστήρια παρατηρούνται συχνά καθυστερήσεις, υποθέσεις που μένουν σε εκκρεμότητα, καθώς και έλλειψη εξειδίκευσης από την πλευρά της αστυνομίας και των δικαστικών αρχών για την έμφυλη βία. Εάν δεν υπάρξουν αυστηρές και άμεσες ποινές για τους δράστες, το μήνυμα που εκπέμπεται είναι πως το έγκλημα μπορεί να μείνει ατιμώρητο.
3. Κοινωνική ανοχή και παθητικότητα
Σε αρκετές περιπτώσεις, οι δράστες των γυναικοκτονιών είναι άντρες που είχαν δείξει από νωρίς στοιχεία βίας ή αυταρχικής συμπεριφοράς απέναντι στη σύντροφό τους. Συχνά, οι γύρω άνθρωποι — φίλοι, γείτονες, οικογένεια — είχαν αντιληφθεί τα προβλήματα, αλλά δεν επενέβησαν. Το πρόβλημα είναι ότι στην ελληνική κοινωνία εξακολουθεί να επικρατεί μια στάση που υποβιβάζει τις σοβαρές ενδείξεις, προτιμώντας να αποδώσει τις πράξεις των αντρών στην “παρεξήγηση” ή στις “κακές στιγμές”.
Η κοινωνία ως σύνολο χρειάζεται να αντιληφθεί ότι οι γυναικοκτονίες δεν είναι ιδιωτικές τραγωδίες αλλά δομικό πρόβλημα, που πρέπει να αντιμετωπίζεται δημόσια και συλλογικά, με όλους να αναλαμβάνουν ενεργό ρόλο.
4. Έλλειψη δομών στήριξης για τις γυναίκες-θύματα
Στην Ελλάδα, οι δομές για την υποστήριξη των θυμάτων έμφυλης βίας είναι ελάχιστες και συχνά υποστελεχωμένες. Ενώ υπάρχουν κάποιες τηλεφωνικές γραμμές και καταφύγια, αυτά είναι ανεπαρκή για να καλύψουν τις ανάγκες της χώρας. Πολλές γυναίκες που αναζητούν βοήθεια βρίσκουν κλειστές πόρτες ή δεν γνωρίζουν πού να απευθυνθούν. Αυτή η αδυναμία παροχής έγκαιρης και ουσιαστικής στήριξης αποτρέπει πολλές γυναίκες από το να εγκαταλείψουν επικίνδυνες σχέσεις, και έτσι καταλήγουν θύματα ενός επικίνδυνου συντρόφου.
5. Ο ρόλος των ΜΜΕ και η αποτύπωση της βίας
Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης συχνά συμβάλλουν στην αναπαραγωγή του προβλήματος με τον τρόπο που καλύπτουν τις γυναικοκτονίες. Σε πολλά ρεπορτάζ η πράξη παρουσιάζεται ως “έγκλημα πάθους”, κάτι που δικαιολογεί έμμεσα την ενέργεια του δράστη. Ορισμένες φορές, τα ΜΜΕ προσπαθούν να αποδώσουν ευθύνες στα θύματα με φράσεις όπως «τον είχε προκαλέσει» ή «τον άφησε», υπονοώντας πως η ευθύνη βαραίνει τις γυναίκες. Η αλλαγή στη δημοσιογραφική αντιμετώπιση της έμφυλης βίας θα ήταν ένα πρώτο βήμα για την ευαισθητοποίηση του κοινού και την προώθηση της ισότητας και της αλληλεγγύης.
Η ευθύνη για αλλαγή
Το γεγονός ότι έχουν ήδη καταγραφεί 11 γυναικοκτονίες μέσα στο 2024 δεν πρέπει να περάσει ως απλός αριθμός. Αυτό το φαινόμενο είναι ένα τραγικό και βαθιά ριζωμένο πρόβλημα που απαιτεί συλλογική δράση, αλλαγή νοοτροπίας και άμεσες παρεμβάσεις.
Χρειάζεται να γίνουν επενδύσεις σε προγράμματα ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης, να επεκταθούν οι δομές στήριξης για τις γυναίκες και να υπάρξει επιτέλους μηδενική ανοχή στη βία. Δεν αρκεί πλέον να αντιδράσουμε μόνο όταν συμβαίνει μία ακόμη γυναικοκτονία, ούτε να επισημαίνουμε το «σοκ» μας.
Η κλιμάκωση της βίας κατά των γυναικών δεν είναι «φυσική» ή «αναπόφευκτη». Είναι μια κατάσταση που επιδεινώνεται όσο η κοινωνία μας αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει τη βία με τη σοβαρότητα που της αναλογεί. Καιρός είναι να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι η πραγματική αλλαγή θα έρθει μόνο όταν αναγνωρίσουμε το πρόβλημα και αναλάβουμε δράση, σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας.
